- μαντείο
- oracle
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
μαντείο — Ο τόπος όπου κατά την αρχαιότητα πιστευόταν ότι επικοινωνούσε ο θεός με τον άνθρωπο και εξέφραζε τη θέλησή του με χρησμό. Ο θεός επιδοκίμαζε ή αποδοκίμαζε μια πράξη του παρελθόντος, προειδοποιούσε για ένα μελλοντικό γεγονός ή συμβούλευε για την… … Dictionary of Greek
μαντείο — ο ιερός τόπος όπου οι θεοί, διαμέσου ιερέων ή μάντεων, αποκάλυπταν τα μελλούμενα ή τα άγνωστα: Το μαντείο της Δωδώνης … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Τροφώνιος — Μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Απόλλωνα και της Επικάστης, του Δία και της Ιοκάστης ή του Εργίνη, βασιλιά του Ορχομενού των Μινυών. Τον συγχέουν επίσης με τον Χθόνιο Ερμή, και γι’ αυτό τον έλεγαν γιο του Βάκχου και της Περσεφόνης. Παιδιά του Τ.… … Dictionary of Greek
Δωδώνη — I Ορεινός οικισμός (υψόμ. 730 μ., 100 κάτ.) στην πρώην επαρχία Δωδώνης του νομού Ιωαννίνων. Βρίσκεται στα Ν των Ιωαννίνων, στους βόρειους πρόποδες του όρους Τόμαρος. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Δωδώνης. Σε απόσταση 22 χλμ. από τον οικισμό Δ.,… … Dictionary of Greek
Δίδυμοι ή Δίδυμα — Αρχαία πόλη της Ιωνίας στα Ν της Μιλήτου, όπου βρίσκεται η σημερινή πόλη Γέροντας. Η ονομασία της θεωρείται καρικής προέλευσης, από τους Κάρες που ήταν εγκατεστημένοι κάποτε εκεί. Έγινε ονομαστή από το αρχαιότατο μαντείο του ναού του Διδυμαίου… … Dictionary of Greek
Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… … Dictionary of Greek
συγχρηστηριάζομαι — ΜΑ συμβουλεύομαι το μαντείο μαζί με άλλον. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + χρηστηριάζομαι «συμβουλεύομαι το μαντείο» (< χρηστήριον «μαντείο»)] … Dictionary of Greek
Αίσυμνος — (αρχές 5ου αι. π.Χ.). Πολίτης των Μεγάρων που, μετά τον θάνατο του βασιλιά της πόλης Υπερίωνα, ρώτησε το Μαντείο των Δελφών με ποιον τρόπο θα ευτυχήσουν οι Μεγαρείς. Το Μαντείο απάντησε «όταν μετά των πλειόνων βουλεύσωνται». Οι Μεγαρείς νόμισαν… … Dictionary of Greek
Ιοκάστη — Μυθολογικό πρόσωπο. Ηρωίδα της Βοιωτίας, μητέρα του Αγαμήδη από τον Δία ή τον Απόλλωνα. Μεταγενέστεροι θηβαϊκοί μύθοι την εμφανίζουν ως κόρη του Μενοικέα και αδελφή του Κρέοντα. Επειδή στον γάμο της με τον Λάιο δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδιά,… … Dictionary of Greek
Κόδρος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Μελάνθου, τον οποίο και διαδέχτηκε στον θρόνο της Αθήνας, και απόγονος του Νηλέα. Κατέφυγε μαζί με τον πατέρα του στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια της καθόδου των Ηρακλειδών στην Πελοπόννησο. Θεωρείται ότι στα… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Δελφών — Το Μουσείο των Δελφών, που στεγάζει μία από τις πλουσιότερες συλλογές έργων της αρχαίας ελληνικής τέχνης, χτίστηκε την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, με χρήματα του ελληνικού δημοσίου και την αρωγή του εθνικού… … Dictionary of Greek